Κυριακή 9 Νοεμβρίου 2008

Γραμματική

Η μαγεία τής Γραμματικής

Γ. ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗΣ

Στην αντίληψη των περισσοτέρων η έννοια τής Γραμματικής έχει συνδεθεί με μια κυμαινόμενη απέχθεια. Αλλοι περισσότερο κι άλλοι λιγότερο με «τραυματικές εμπειρίες» από τον τρόπο που διδάχτηκαν τη Γραμματική στο σχολείο, την θεωρούν ως ένα σύνολο πληκτικών έως άχρηστων πληροφοριών για καταλήξεις, για κλίσεις ρημάτων και ονομάτων, για γένη, για ανώμαλους τύπους ρημάτων, για ονόματα που δεν έχουν ενικό ή πληθυντικό, για ατέλειωτους πίνακες τύπων, για κατηγορίες επιρρημάτων, για παραθετικά επιθέτων κ.λπ. Γενικά πολλοί είναι αυτοί που πιστεύουν πως ανάλωσαν στο σχολείο χρόνο για έναν αχανή φορμαλισμό, για μια τυποκρατία και τυπολατρία, που επινόησαν, επέβαλαν και εφαρμόζουν οι εκπαιδευτικοί (δάσκαλοι και, κυρίως, φιλόλογοι) για να καταξιώσουν το επάγγελμά τους και να δικαιολογήσουν μέρος τής δουλειάς τους, ασκώντας μάλιστα μια μορφή καταπίεσης που σκορπίζει άγχος και απέχθεια. Είναι πολύ λιγότεροι αυτοί που αναπολούν την ενασχόληση με τη Γραμματική, την απομνημόνευση τύπων και την αναγνώριση γραμματικών δομών ή τη λύση γραμματικών ασκήσεων και σεμνύνονται για τις γραμματικές τους γνώσεις και ικανότητες τότε και τώρα.
Αλήθεια, δικαιολογείται αυτή η αρνητική τοποθέτηση πολλών έναντι τής Γραμματικής; Μήπως φταίει η ίδια η υφή τού μαθήματος; Μήπως φταίμε εμείς οι δάσκαλοι με τον τρόπο που την διδάσκουμε; Μήπως θυσιάσαμε την ουσία στους τύπους και χάσαμε μαζί - ναι! - τη γοητεία και τη μαγεία τής Γραμματικής; Θα επιχειρήσουμε μερικές νύξεις για το θέμα αυτό.
Τι είναι, πρώτα-πρώτα, η Γραμματική μιας γλώσσας; Τι χρειάζεται; Ε λοιπόν, Γραμματική είναι ο τρόπος που έχει επινοήσει ο άνθρωπος στη γλώσσα για να δηλώνει τις σχέσεις που συνδέουν τις λέξεις μεταξύ τους ώστε να δίνουν νόημα, να εκφράζουν τα νοήματα που θέλουμε να «κοινωνήσουμε» στους άλλους. Ο λόγος μας δεν μπορεί να είναι μεμονωμένες, αποκομμένες, σκόρπιες λέξεις. Οι λέξεις δηλώνουν πληροφορίες («σημασίες») και εξ ορισμού υποχρεούνται να συν-τάσσονται, να συνδέονται ώστε να προκύπτει νόημα. Χρειάζεται λ.χ. ένα υποκείμενο για να ενεργοποιεί ένα ρήμα («το υποκείμενο τού ρήματος») και ένα ή περισσότερα συμπληρώματα τής ίδιας τής σημασίας κάθε ρήματος («τα αντικείμενα τού ρήματος»). Το ίδιο το ρήμα ως ενέργεια ή κατάσταση δεν μπορεί να υπάρξει «στον αέρα»! Χρειάζεται πρόσωπο (υποκείμενο) που το «κινεί», βαθμίδα χρόνου στον οποίο τοποθετείται η ενέργειά του (παρελθόν - παρόν - μέλλον), ποιότητα χρόνου (διάρκεια, επανάληψη, στιγμιαίο), χρειάζεται δήλωση τού βαθμού βεβαιότητας (εγκλίσεις ή «τροπικότητα» τού ρήματος). Ολα αυτά είναι σχέσεις. Αλλά για να πάρουν «σάρκα και οστά», για να δηλωθούν στην επικοινωνία, χρειάζεται να μορφο-ποιηθούν, να εκφραστούν δηλ. με τύπους, χρειάζονται Γραμματική. Είναι φανερό, λοιπόν, ότι η Γραμματική είναι ένα σύστημα μορφών που έχουν επινοηθεί σε κάθε γλώσσα για να δηλώσουν τις σχέσεις που συνδέουν τις λέξεις μεταξύ τους, τις συντακτικές σχέσεις. Αρα χωρίς σύνταξη δεν υπάρχει γλώσσα και χωρίς γραμματική (τύπους που να δηλώνουν τις συντακτικές σχέσεις) δεν υπάρχει σύνταξη, άρα και γλώσσα. Τελικά, χωρίς τη διπλή αυτή δόμηση τής γλώσσας, τη σύνταξη και τη γραμματική, δεν νοείται γλώσσα.

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

mia bourda

teacher είπε...

παρατηρώ μεγάλη ευχέρεια λόγου από τους παραπάνω σχολιαστές, όπως άλλωστε ταιριάζει και στο μάθημα της γλώσσας!

Ανώνυμος είπε...

Σωστός...

<>